ΠΕΡΙΛΗΨΗΗ επίδραση της περιεκτικότητα πρωτεϊνών της γύρης στην ανάπτυξη, την αναπαραγωγή και την παραγωγικότητα των μελισσών (Apis mellifera L.), ήταν το αντικείμενο της παρούσας έρευνας. Η γύρη συλλέχθηκε από πέντε μελίσσια χρησιμοποιώντας εσωτερικές γυρεοπαγίδες πυθμένα κάθε δεύτερη ημέρα, όπου το 10% της συλλεγόμενης γύρης διαχωρίστηκε ανάλογα με το χρώμα, το σχήμα και τη μορφή, ώστε να προσδιοριστούν τα φυτά που επισκέπτονται οι μέλισσες, ενώ το υπόλοιπο της γύρης αναμίχθηκε. Πραγματοποιήθηκε χημική ανάλυση πρωτεϊνών και μέτρηση υγρασίας στην ξεχωρισμένη και στην ανάμικτη γύρη. Η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες στη γύρη αποτελεί το βασικό συστατικό της χημικής σύνθεσής της, και ο προσδιορισμός της είναι ιδιαίτερα χρήσιμος στη διερεύνηση της επίδρασής της στα μελίσσια. Κάθε μήνα τα μελίσσια επιθεωρούνταν και καταγραφόταν η έκταση του γόνου, ο πληθυσμός, η κατάσταση υγείας των μελισσιών και η αποθηκευμένη ποσότητα μελιού και γύρης. Η γύρη από διάφορα βοτανικά είδη έχει διαφορετική περιεκτικότητα πρωτεϊνών για τις μέλισσες και επηρεάζει την ανάπτυξη και την παραγωγικότητα των μελισσιών. Στη μελέτη αυτή, αναλύθηκε η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες 35 δειγμάτων ανάμικτης και 50 αμιγούς γύρης. Η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες κυμαινόταν από 11,5% (Chondrilla juncea) έως 27,4% (Cucumis melo), ο μέσος όρος ήταν 19,9%. Η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες των δειγμάτων ανάμικτης γύρης σε διαφορετικές περιόδους του έτους, κυμάνθηκε από 13,9% έως 27,8% και ο μέσος όρος ήταν 21%. Οι διαφορές στο πρωτεϊνικό περιεχόμενο παρατηρήθηκαν μεταξύ των ανεμόφιλων και εντομόφιλων ειδών, μεταξύ διαφορετικών ειδών φυτών της ίδιας οικογένειας. Οι προτιμήσεις των μελισσών στη γύρη εξαρτώνται επίσης από την κατανομή της μελισσοκομικής χλωρίδας, την έκταση των μελισσοκομικών φυτών και τη διάρκεια ανθοφορίας τους.Η αναπαραγωγή, η ανάπτυξη και η παραγωγικότητα των μελισσιών είναι υψηλές, όταν οι μέλισσες συλλέγουν γύρη με περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη πάνω από 20%. Όσο υψηλή είναι η περιεκτικότητα πρωτεϊνών, τόσο υψηλοί είναι και οι προαναφερθέντες παράγοντες. Κατά τη διάρκεια της άνοιξης, η γύρη με περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη πάνω από 21%, και ιδιαίτερα πάνω από 27%, επιτρέπει στα μελίσσια να διατηρήσουν ένα υψηλό επίπεδο αναπαραγωγής και ανάπτυξης. Εάν υπάρχει γύρη με υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου, τα μελίσσια αναπτύσσονται με ταχύτερους ρυθμούς και στις αρχές της άνοιξης του επόμενου έτους. Όταν η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη είναι χαμηλή, η αναπαραγωγή και η ανάπτυξη των μελισσιών είναι επίσης περιορισμένες.Η περιεκτικότητα υγρασίας στα αμιγή δείγματα γύρης που αναλύθηκαν κυμάνθηκε μεταξύ 9,7% (Centaurea calcitrapa) έως 23,1% (Crepis sp.) και ο μέσος όρος ήταν 17,4%. Η υγρασία στα δείγματα ανάμικτης γύρης από διαφοετικές περιόδους κυμάνθηκε μεταξύ 12,3% έως 26,6% και ο μέσος όρος ήταν 18,8%. Η περιεκτικότητα της γύρης σε υγρασία επηρεάζεται κυρίως από την υγρασία του περιβάλλοντος. Ο προσδιορισμός της υγρασίας στα δείγματα γύρης δίνει τη δυνατότητα να εκφραστούν τα αποτελέσματα επί ξηρού.Η καταγραφή των γυρεοδοτικών φυτών και η συλλογή των δειγμάτων γύρης πραγματοποιήθηκε με τη χρήση γυρεοπαγίδων, που τοποθετήθηκαν σε κυψέλες που βρίσκονται στο Belozem (Βουλγαρία). Η ανάλυση των κυριότερων μελισσοκομικών φυτών της περιοχής μελέτης περιλαμβάνει 113 είδη από 101 γένη και 46 οικογένειες. Αυτό δείχνει ένα σχετικά μεγάλο αριθμό και ποικιλίες μελισσοκομικών φυτών που έχουν διαφορετική περιεκτικότητα πρωτεϊνών γύρης και επιδρούν στην ανάπτυξη των μελισσών. Τα σημαντικότερα 50 είδη αναλύθηκαν για την περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη και νερό. Η υψηλότερη συγκέντρωση γύρης βρέθηκε την άνοιξη και νωρίς το καλοκαίρι, όταν η εκτροφή του γόνου είναι εντατική.